Με το παρόν δημοσίευμα τα ΓΑΚ Πρέβεζας εγκαινιάζουν μια σειρά σύντομων αφιερωμάτων στην Ελληνική Επανάσταση με τη βοήθεια αρχειακών πηγών εκείνης της εποχής. Από αυτές, κάποια έγγραφα θα έρθουν για πρώτη φορά στο φως, άλλα όμως ήταν ήδη δημοσιευμένα και τα αντλήσαμε από διάφορες εκδόσεις. Στόχος μας είναι αφενός να καταδείξουμε την αξία των πρωτογενών πηγών, και μάλιστα των αρχείων, στην τεκμηρίωση της ιστορίας, αφετέρου δε να μεταφέρουμε το κλίμα της εποχής της Επανάστασης, όπως αυτό βιώθηκε στην Πρέβεζα, μέσα από την μαρτυρία των πρωτότυπων πηγών, δηλαδή των εγγράφων ελληνικών και ξένων αρχείων.
Στο πρώτο
μας δημοσίευμα θα αναφερθούμε στη σχέση που αναπτύχθηκε μεταξύ του γεννημένου
στην Νικόπολη της Πρέβεζας οπλαρχηγού Κωνσταντίνου Βλαχόπουλου και της κόρης
του μουλά (δηλαδή μουσουλμάνου ιερωμένου) του Αγρινίου. Η οικογένειά της
συνελήφθη όταν οι Έλληνες απελευθέρωσαν το Αγρίνιο το 1821. Στις επιχειρήσεις
έλαβε μέρος και ο Κωνσταντίνος, υπό την αρχηγία του αδελφού του, Αλεξίου ή Αλεξάκη.
Οι οικογένειες των επιφανών οθωμανών κρατήθηκαν όμηροι για να ανταλλαγούν με
Έλληνες ομήρους, ανάμεσά τους και την οικογένεια του Αλ. Βλαχόπουλου που κρατείτο
στην Πρέβεζα. Υπεύθυνος για την οικογένεια του μουλά ήταν ο Κωνσταντίνος
Βλαχόπουλος ο οποίος φαίνεται ότι συνήψε σχέση με την νεαρή μουσουλμάνα.
Έτσι, όταν το 1822 έγινε ανταλλαγή ομήρων, αυτή δεν ακολούθησε την
οικογένειά της αλλά προτίμησε να παραμείνει με τον Κωνσταντίνο. Μάλιστα
βαπτίστηκε χριστιανή και έλαβε το όνομα Μαρία.
Για κάποιον
σκεπτικιστή η παραπάνω αφήγηση θα μπορούσε να συγκαλύπτει μια
καταναγκαστική σχέση. Ωστόσο, η εξέλιξη της ιστορίας αναγκάζει ακόμα και τον
πιο καχύποπτο αναγνώστη να αναθεωρήσει μια τέτοια σκέψη.
Η Μαρία με
τον Κωνσταντίνο έμειναν στο Μεσολόγγι. Κατά την ηρωική Έξοδο (1826), η Μαρία
συνελήφθη και αφού αναγνωρίστηκε, στάλθηκε στην Πρέβεζα, όπου διέμενε η
οικογένειά της. Αν λοιπόν τελούσε υπό καθεστώς καταναγκασμού, η μετάβασή της
στην Πρέβεζα θα σήμανε το τέλος της περιπέτειάς της και θα της
έδινε τη δυνατότητα να επιστρέψει στην πατρική της θρησκεία. Αντιθέτως,
όμως, η Μαρία, με τη βοήθεια ενός ιερέα της Πρέβεζας, κατόρθωσε να αποδράσει
από την πόλη και να μεταβεί στην Κέρκυρα. Εκεί μάλιστα δέχτηκε τις φροντίδες
της οικογένειας Καποδίστρια και του μητροπολίτη Κερκύρας και σύντομα
ξανασυναντήθηκε με τον Κωνσταντίνο.
Τα παραπάνω
προκύπτουν από αναφορά του Κωνσταντίνου Βλαχόπουλου προς τον Κυβερνήτη Ιωάννη
Καποδίστρια το 1830 η οποία δημοσιεύεται στη βιογραφία του Βλαχόπουλου από τον
Ναπ. Δοκανάρη. Ακολουθεί το σχετικό έγγραφο.
Προς τον Εξοχώτατον Κυβερνήτην της Ελλάδος Ι.Α. Καποδίστριαν εις Ναύπλιον
Εξοχώτατε
Εις την αρχήν του
Ιερού της Πατρίδος αγώνος ευρισκόμενος αρχηγός των αρμάτων της επαρχίας
Βραχωρίου και Βλοχού ο αυτάδελφός μου Αλέξιος, εις την συγκροτηθείσαν μάχην
κατά των εχθρών εις Βραχώρι, συνέπεσεν εις χείρας μου η θυγάτηρ του Μολά
Αλήμπεη Βραχωρίου, η οποία ευχαρίστως εδέχθη τα Ιερά δόγματα της θρησκείας μας
κι ευρίσκετο πάντοτε μ’εμέ. Αλλά εις την τρομεράν έξοδον του Μεσολογγίου,
επιάσθη παρά των ιδίων αυτής συγγενών κι εστάλη εις Πρέβεζαν εις την
οικογένειάν της, αυτή μη ευχαριστηθείσα να μείνη εις την πρωτητερινήν της θρησκείαν,
μετεχειρίσθη μυρίους τρόπους, και συμβουλευθείσα μεθ’ ενός ιερέως εύρε τρόπον
αρμόδιον και εξέφυγεν, η οποία απέδρασεν εις Κέρκυραν, όπου έλαβε τας απείρους
φιλοξενίας, από την έξοχον και φιλελεήμονα οικογένειάν Σας και παρά του εκεί
μακαρίτου Δεσπότου. Μετά παρέλευσιν ολίγων ημερών έστειλον και την έφερον όπου
ευρισκόμην κι εγώ. Αλλά επειδή και αποφάσισα να την νυμφευθώ, δια τούτο
παρακαλώ να μου δοθή η άδεια ν’ απεράσω εις Μεσολόγγιον να τελειώσω αυτό το
έργον.
Εξοχώτατε, όλη η
πατρομητρική της ουσία ευρίσκεται εις Βραχώρι και η Κυβέρνησις όπως ευαρεστηθεί
περί αυτής ας διατάξη. Παρακαλώ προσέτι τον Σ. Κυβερνήτην ίνα ευαρεστηθεί και
κάμη προς εμέ τινά χρηματικήν εξοικονόμησιν δια να προφθάσω τας κατεπειγούσας
ανάγκας του οίκου μου, και μένω με όλον το βαθύτατον σέβας.
Τη 22 Οκτωβρίου 1830, εν Πύργω,
ο ευπειθέστατος των διαταγών της
Κ. Βλαχόπουλος
Αξίζει να
προβούμε σε ένα σύντομο σχολιασμό του κειμένου, επικεντρώνοντας το ενδιαφέρον
μας στην «πρεβεζάνικη» διάσταση της ιστορίας. Καταρχάς, η Μαρία μετά την Έξοδο στάλθηκε
στην Πρέβεζα, όπου κατοικούσε πλέον η οικογένειά της. Δεν ήταν όμως η μόνη από
τον άμαχο πληθυσμό του Μεσολογγίου που βρέθηκε στην πόλη. Πολλοί ακόμα Μεσολογγίτες
έφτασαν στην Πρέβεζα ως σκλάβοι. Πάντως, από τη διατύπωση του παραπάνω εγγράφου
προκύπτει ότι η Μαρία αναγνωρίστηκε από τους συγγενείς της κατά τη σύλληψή της
και κατόπιν στάλθηκε στην Πρέβεζα, κάτι που μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι αυτοί
συμμετείχαν στην πολιορκία.
Στη
συνέχεια, όπως είδαμε, η απόδραση της Μαρίας από την Πρέβεζα πραγματοποιήθηκε
χάρη στη συμβολή ενός άγνωστου σε μας ιερέα της πόλης. Πρέπει να επισημάνουμε
ότι ο ιερέας βοηθώντας μια μουσουλμάνα που είχε μεταστραφεί στον Χριστιανισμό
διακινδύνευσε τη ζωή του καθώς, αν γινόταν αντιληπτή η πράξη του, οι συνέπειες
θα ήταν δραματικές τόσο για τον ίδιο όσο και για την Μαρία. Η
φυγάδευσή της δεν θα επέφερε μόνο την οργή της οικογένειάς της αλλά και
των οθωμανικών αρχών και του μουσουλμανικού πληθυσμού καθώς η Μαρία είχε απαρνηθεί
τη θρησκεία της.
Επιπλέον, η
Μαρία μεταβαίνοντας στην Κέρκυρα, έλαβε τη βοήθεια συγκεκριμένων προσώπων, της
οικογένειας Καποδίστρια και του μητροπολίτη Κερκύρας, Μακαρίου. Η επαφή με αυτά
τα πρόσωπα μόνο τυχαία δεν είναι και για αυτό δεν πρέπει να μας αφήσει
αδιάφορους, καθώς μπορεί να μας οδηγήσει σε υποθέσεις για το δίκτυο που βοήθησε
τη Μαρία. Καταρχάς, πρέπει να διευκρινίσουμε ότι ο μητροπολίτης Κερκύρας
Μακάριος είχε διατελέσει πριν την Επανάσταση επίσκοπος Ρωγών, ήταν δηλαδή
τιτουλάριος επίσκοπος της επαρχίας της Άρτας στην οποίαν ανήκε εκκλησιαστικά
και η Πρέβεζα. Ως πρώην εκκλησιαστικός παράγοντας της περιοχής σίγουρα είχε
αποκτήσει επαφές στην Πρέβεζα. Αυτήν τη γνωριμία μπορεί να αξιοποίησαν πρόσωπα
από την Πρέβεζα σε έκτακτες καταστάσεις, όπως η εδώ περιγραφόμενη, για αυτό
κομβικό ρόλο στην υπόθεση διαδραματίζει ο πρεβεζάνος ιερέας. Ωστόσο, το
δίκτυο θα μπορούσε να έχει και άλλο χαρακτήρα. Τόσο ο Μακάριος όσο και ο Βιάρος
Καποδίστριας, αδελφός του μετέπειτα Κυβερνήτη Ιωάννη, είχαν μυηθεί προεπαναστατικά
στην Φιλική Εταιρεία. Το ίδιο ίσχυε και για τους αδελφούς Βλαχόπουλους. Θα
μπορούσαμε λοιπόν να υποθέσουμε ότι και ο πρεβεζάνος ιερέας γνώριζε το δίκτυο
αυτό, αν δεν ήταν και ο ίδιος μυημένος, και για αυτόν το λόγο έρχεται σε επαφή
μαζί του η Μαρία. Επιπλέον, για αυτό η ίδια απευθύνεται στην Κέρκυρα σε
συγκεκριμένα πρόσωπα. Θα μπορούσε λοιπόν η φυγάδευση της Μαρίας να αποτελεί
μιαν ακόμα ένδειξη της ύπαρξης Πρεβεζάνων μυημένων στη Φιλική Εταιρεία, η οποία
άλλωστε είναι πολλαπλώς τεκμηριωμένη. Εξάλλου, μαρτυρείται ότι Πρεβεζάνοι
φιλικοί κατέβαλλαν προσπάθειες εξαγοράς σκλάβων από το Μεσολόγγι. Όσοι
απελευθερώνονταν, αποστέλλονταν στην Κέρκυρα, όπου λειτουργούσε Φιλελληνική
Επιτροπή η οποία επίσης είχε θέσει ως στόχο την απελευθέρωση των αιχμαλώτων,
ωστόσο, παρείχε και υλική υποστήριξη στον Αγώνα. Στην Επιτροπή αυτή μετείχε και
ο Βιάρος Καποδίστριας ενώ τα μέλη της επιτροπής ταυτίζονταν με τον πυρήνα της
Εφορείας της Φιλικής Εταιρείας στο νησί.
Οι
περιπέτειες της κόρης του μουλά, Μαρίας, πέρα από το ρομαντικό τους χαρακτήρα,
μας δείχνουν την αξία περιστατικών και μικροϊστοριών, που βρίσκονται στο
περιθώριο των μεγάλων γεγονότων, αλλά και τη συμβολή των λεπτομερειών τους στην
ανίχνευση ευρύτερων συνδέσεων. Πιστεύουμε ότι από τη σύντομη ανάλυση που
προηγήθηκε έγινε αντιληπτό πώς η παρουσία της Μαρίας στην Πρέβεζα υπήρξε αφορμή
για να εντοπίσουμε τα ίχνη ενός δικτύου που έδρασε κάτω από τον έλεγχο των
οθωμανικών αρχών.
Και ο
Κωνσταντίνος και η Μαρία; Τελικά παντρεύτηκαν και απέκτησαν τρία παιδιά.
Σπύρος
Σκλαβενίτης
Δρ.
Ιστορίας, αρχειονόμος, προϊστάμενος ΓΑΚ Πρέβεζας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου